- μαλάγρα
- η приманка для рыб
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μαλάγρα — η μίγμα από ζύμη διαφόρων ουσιών, όπως ψωμιού, τυριού, ψαριών και από θαλασσινή άμμο, το οποίο ρίχνουν οι αλιείς στη θάλασα ως δόλωμα, αλλ. πλάνος ή μπασμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < *μαλαγμάγρα (< μάλαγμα + ἄγρα) με απλολογία] … Dictionary of Greek
μαλάγρα — η μείγμα από ζυμάρι, τυρί, πολτοποιημένο ψάρι κτλ. με έντονη μυρουδιά, που ρίχνουν οι ψαράδες στη θάλασσα για να προσελκύσουν τα ψάρια, ο πλάνος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μαλαγρώνω — [μαλάγρα] ρίχνω μαλάγρα σε ορισμένα μέρη τής θάλασσας … Dictionary of Greek